Στερν, Λόρενς

Στερν, Λόρενς
(Sterne). Άγγλος συγγραφέας (Κλόνμελ, νότια Ιρλανδία 1713 – Λονδίνο 1768). Σπούδασε στο Κέμπριτζ και ακολούθησε το εκκλησιαστικό στάδιο. Το 1741 πέτυχε, με την υποστήριξη ενός θείου του, μια θέση στην επισκοπή της Υόρκης και τον ίδιο χρόνο παντρεύτηκε την Ελίζαμπεθ Λούμλεϊ. Οι πολλές του όμως ερωτικές περιπέτειες έκαναν δύσκολη τη συζυγική του ζωή και το 1759 η γυναίκα του τρελάθηκε. Τον ίδιο χρόνο ο Σ. κυκλοφόρησε την Ιστορία μιας ζεστής κάπας, πολιτική σάτιρα στο ύφος του Σουίφτ, την οποία ακολούθησαν, το 1760, οι δύο πρώτοι τόμοι του αριστουργήματός του Η ζωή και οι αντιλήψεις του Τρίστραμ Σάντι, που σημείωσαν μεγάλη κυκλοφοριακή επιτυχία (1759-1768). Όταν έγινε εφημέριος στο Κόξγολντ, της κομητείας της Υόρκης, έγραψε δύο τόμους με κηρύγματα, Τα κηρύγματα του κ. Γιόρικ, χρησιμοποιώντας ως ψευδώνυμο το όνομα σαιξπηρικού ήρωα. (Το 1761 κυκλοφόρησε τέσσερις νέους τόμους του Τρίστραμ Σάντι, αλλά τη φορά αυτή, δεν είχαν την τύχη των πρώτων). Ακολούθησε το Αισθηματικό ταξίδι στη Γαλλία και στην Ιταλία (1768), κομψή και ειρωνική αφήγηση των μικροεπεισοδείων, των συναντήσεων, των εφήμερων περιπετειών του στη Γαλλία και στην Ιταλία. Μετά τον θάνατό του δημοσιεύτηκαν τα Γράμματα από το Γιόρικ στην Ελίζα και δυο παραλλαγές του έργου του Ημερολόγιο για την Ελίζα. Συγγραφέας αναμφισβήτητα ιδιόρρυθμος, ανέτρεψε την καθιερωμένη αφηγηματική τεχνική, διασπώντας στην πλοκή τη χρονολογική σειρά των γεγονότων, για να δημιουργήσει ζωντανούς και συχνά ανεπανάληπτους τύπους. Ο Άγγλος συγγραφέας Λόρενς Στερν.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • εξωτισμός — Τάση επιλογής, στην καλλιτεχνική και λογοτεχνική παραγωγή, θεμάτων και μοτίβων, γεγονότων και μορφών, συνηθειών και τοπίων άλλων χωρών, εξαιρετικά πλούσιων σε γραφικότητα και τοπικό χρώμα, έτσι που, με τη συνδρομή του στοιχείου του ερωτισμού ή… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Φώσκολος — Επώνυμο οικογένειας Βενετών ευγενών, οι κυριότεροι από τους οποίους είναι: 1. Λεονάρδος. Στρατηγός. Έζησε τον 17o αι. Πήρε μέρος σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων, στην Αλβανία, στη Δαλματία και στα νησιά και διακρίθηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”